Με περίμενε τον τελευταίο χρόνο άδειο κάθε φορά που έφτανα. Δεν ήταν δικό μου, ποτέ, αλλά για όλο αυτό το χρονικό διάστημα ένιωθα πως πάντα θα είναι εκεί και θα με περιμένει. Μέχρι προχθές, που για πρώτη φορά το βρήκα με ένα λουκέτο πάνω του, και ενώ δεν θα έπρεπε γιατί είναι ένα γαμημένο ερμάριο, ένιωσα σαν να έχασα κάτι δικό μου, σαν να μου πήραν κάτι, να μου απαγόρεψαν να το έχω για πάντα και πως δεν θα είναι το ίδιο ποτέ ξανά. Αυτό το ένα απλό γαμημένο ερμάριο με τον αριθμό δεκαπέντε δεν είναι τίποτα παραπάνω από όσα πραγματικά συμβαίνουν από την άλλη. Ποιος λογικός άνθρωπος στεναχωριέται για ένα ερμάριο;
«Θα το ξεχάσεις κι αυτό, εσύ όλα τα ξεχνάς, άλλο ένα» είπε ο παιδικός μου φίλος ο Γιάννης και παρόλα αυτά δεν μου βγαίνει με τίποτα από το μυαλό αυτό που μου είπε εκείνο το άγνωστο κορίτσι πριν από μήνες η οποία με ήξερε μόλις λίγες ώρες, «ευτυχισμένος δείχνεις. Είσαι;». Δεν νομίζω ότι μιλάμε πια για το ερμάριο αλλά ούτε και λέξη έχω για αυτό για το οποίο μιλάμε. Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι πάνω σε αυτό που δεν ξέρω τι ήταν βρήκα ένα λουκέτο, πολύ καιρό πριν, απλά εγώ το είδα μόλις.
Να σου λείπει άνθρωπος που δεν έχεις δικαίωμα να σου λείπει, μη σου τύχει.
Χθες ήταν η τελευταία φορά που το βρήκα ελεύθερο, έβαλα τα πράγματα μου στο ερμάριο με τον αριθμό δεκαέξι.
Κάθε πρωί που ξυπνάει είναι πελώριος, δεν υπάρχει τόπος αρκετά μεγάλος για να τον φιλοξενήσει, κοιτάει τα κτήρια από ψηλά, τους ανθρώπους να περπατούν βιαστικά για να φτάσουν κάπου ή να φύγουν από κάπου, κάπου που έχει σημασία, κάπου που δεν έχει σημασία, κάπου που θέλουν να βρίσκονται ή κάπου που δεν έχουν καμία θέση. Τα αυτοκίνητα είναι σαν ψεύτικα, παιχνίδια σε μια πίστα φτιαγμένη από τσιμέντο γεμάτο λακκούβες και οργή. Είναι μια από τις μέρες που ο μισός είναι στα σύννεφα και ο μισός πατάει στη Γη, προσπαθεί να μην πατήσει τίποτα από όλα αυτά αλλά δεν τον νοιάζει, δεν πειράζει, εκεί ψηλά δεν προσέχει τίποτα από όσα συμβαίνουν κάτω στα πόδια του. Και ίσως να χαθούν μια ή δύο ζωές καθώς περιφέρεται άσκοπα μα θα βρει τρόπο να επανορθώσει, δεν θα έχει γίνει άδικα, θα το κάνει να αξίζει, ή τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστεύει.
Μα είναι άδεια η ζωή εκεί πάνω, και ο αέρας δεν τον αφήνει να ακούσει τίποτα παρά μόνο τις σκέψεις του, και ποιος θέλει να ζει μονάχος με τις σκέψεις του; Όσο περνάει η ώρα γίνεται ολοένα και πιο μικρός και νιώθει το βάρος όλου του κόσμου να τον σφίγγει στην παλάμη του, αλλά δεν τον νοιάζει γιατί όσο μικρότερος γίνεται τόσο δυνατότερα ακούει τους θορύβους από όσα γίνονται εκεί χαμηλά, όσο μικρότερος γίνεται τόσο πιο δυνατά ακούει τη μουσική, όσο μικρότερος γίνεται τόσο πιο κοντά φτάνει εκεί που πραγματικά θέλει να είναι, ή εκεί που νιώθει ότι πραγματικά θα ήθελε να είναι. Και όσο πιο δυνατά ακούγεται η μουσική τόσο πλησιάζει προς τα εκεί, αλλά δεν είναι ακόμη αρκετά μικρός για να φτάσει κοντά, είναι ίσα ίσα ικανός για να διακρίνει ένα δρόμο τόσο δα από τον οποίο πηγάζει μια υπέροχη φασαρία.
Και είναι ήδη απόγευμα, αλλά δεν είναι αρκετά μικρός ακόμη για να διακρίνει από που ακριβώς έρχεται αυτό που με τόσο ζήλο ψάχνει να ακούσει καθαρά. Και αφήνει τον κόσμο να τον σφίγγει ολοένα και περισσότερο, μέχρι που γίνεται αρκετά μικρός ώστε να αρχίσει να κοιτά τα κτήρια από χαμηλά, τους ανθρώπους να περπατούν πιο σιγά, να έχουν φτάσει ήδη κάπου, χωρίς να έχει σημασία που ή αν έχουν θέση εκεί ή όχι. Σημασία έχει ότι τώρα είναι ανάμεσα τους, σκοντάφτει πάνω τους, πέφτει με δύναμη σε αυτούς που στέκονται ακίνητοι στο δρόμο του, αποφεύγει τα αυτοκίνητα και την οργή όσο μπορεί, τώρα ξέρει ότι πρέπει να τρέξει να φτάσει εκεί από όπου έρχεται η φασαρία αυτή, πρέπει να κάνει γρήγορα γιατί ποτέ δεν είχε φανταστεί πως θα γινόταν ακόμη πιο μικρός όσο έφτανε κοντά της και αυτό τον τρομάζει.
Δεν υπολόγισε ποτέ ότι ο χρόνος του λιγοστεύει, μα τα κατάφερε, βρήκε από που ερχόταν αυτό που τον έκανε τόσο μικρό, μα δεν ήταν μουσική, ήταν σκέψεις, σκέψεις που άκουγε και ήταν δικές της, σκέψεις που έφταναν μέχρι τα δικά του σύννεφα, σκέψεις που ανάμεσα σε τόσο κόσμο μόνο εκείνες τον ένοιαζαν, σκέψεις που τον έκαναν να μην θέλει να γίνει ξανά μεγάλος ποτέ. Μα δεν φαντάστηκε πως ανάμεσα τους θα ήταν και σκέψεις που θα τον έκαναν ακόμη μικρότερο, τόσο μικρό που θα τον εξαφανίσουν. Τόσο καιρό άκουγε όσες από τις σκέψεις της μπορούσε ως γλυκιά φασαρία αλλά τώρα ήταν τόσο μικρός που μπορούσε να μπει ολόκληρος μέσα στο μυαλό της. Και πριν ξημερώσει ίσως προλάβει να της ψιθυρίσει πως μετάνιωσε που όσο ήταν στο ίδιο μέγεθος δεν την κράτησε περισσότερο εκείνο το βράδυ. Γιατί είχε χρόνια να νιώσει πως είναι να αγκαλιάζεις άνθρωπο και να νιώθεις ότι δεν έχεις προβλήματα, και το ένιωσε αυτό σε εκείνον το μικρό δρόμο, μα πριν προλάβει να της το πει έγινε τόσο μικρός που εξαφανίστηκε.
Ίσως προλάβει να της το πει κάποτε, ίσως να μην τα καταφέρει ποτέ.
Ίσως εξαφανίστηκε για εκείνη τη μέρα, ίσως για πάντα.
Το συναίσθημα είναι μια σύνθετη υποκειμενική συνειδητή εμπειρία: ο συνδυασμός νοητικών καταστάσεων, ψυχοσωματικών εκφράσεων και βιολογικών αντιδράσεων του σώματος. Είναι αυτό που ένας άνθρωπος «αισθάνεται», όχι ως απλή αίσθηση αλλά ως κάτι βαθύ, εσωτερικό, που επιδρά στο σώμα (πχ καρδιακός ρυθμός) και την «ψυχή» του και σχεδόν πάντα εκφράζεται (στο πρόσωπο, στη φωνή, στη στάση του σώματος) και είναι παρατηρήσιμο από τους άλλους.
I don’t need you, I don’t need you
Besides I barely ever see you anymore
And when I do it feels like you’re only halfway there
Young mothers love me even ghosts of
Girlfriends call from Cleveland
They will meet me anytime and anywhere
The day I die, the day I die
Where will we be?
The day I die, the day I die
Where will we be?
Don’t do this, I don’t do this to you
Don’t expect me to enjoy it
‘Cause I really don’t have the courage not to turn the volume up inside my ears
For years I used to put my head inside the speakers
In the hallway when you get too high and talk forever
The day I die, the day I die
Where will we be?
The day I die, the day I die
Where will we be?
Το συναίσθημα είναι μια σύνθετη υποκειμενική συνειδητή εμπειρία: ο συνδυασμός νοητικών καταστάσεων, ψυχοσωματικών εκφράσεων και βιολογικών αντιδράσεων του σώματος. Είναι αυτό που ένας άνθρωπος «αισθάνεται», όχι ως απλή αίσθηση αλλά ως κάτι βαθύ, εσωτερικό, που επιδρά στο σώμα (πχ καρδιακός ρυθμός) και την «ψυχή» του και σχεδόν πάντα εκφράζεται (στο πρόσωπο, στη φωνή, στη στάση του σώματος) και είναι παρατηρήσιμο από τους άλλους.
Στο 02/Αισιοδοξία: Είναι ή δεν είναι περίεργο να προσδοκεί κανείς έντονα ότι όλα θα πάνε καλά στη ζωή, ασχέτως των εμφανιζόμενων εμποδίων και των απογοητεύσεων;
If there was a race
A race for your heart
It started before you were born
Above the chloroform sky
Clouds made of ambien
Sitting on carpets in the basement of heaven
We were born innocent, but it lies today
And baby you can give all the money away
But if there’s a race, a race for your heart
It’s over, before it starts
Singing put your money on me
Το συναίσθημα είναι μια σύνθετη υποκειμενική συνειδητή εμπειρία: ο συνδυασμός νοητικών καταστάσεων, ψυχοσωματικών εκφράσεων και βιολογικών αντιδράσεων του σώματος. Είναι αυτό που ένας άνθρωπος «αισθάνεται», όχι ως απλή αίσθηση αλλά ως κάτι βαθύ, εσωτερικό, που επιδρά στο σώμα (πχ καρδιακός ρυθμός) και την «ψυχή» του και σχεδόν πάντα εκφράζεται (στο πρόσωπο, στη φωνή, στη στάση του σώματος) και είναι παρατηρήσιμο από τους άλλους.
πάντως όποιος έβαλε το κ και το λ δίπλα δίπλα στο πληκτρολόγιο δεν σκέφτηκε και πολύ ότι δεν έπρεπε να το κλάνει έτσι 7 hours ago
δεν καταλαβαίνω, η Fran Lebowitz δεν είναι ο Κωνσταντίνος Τζούμας της Νέας Υόρκης; 23 hours ago
όταν ακούω ανοίγουν τα μαγαζιά φαντάζομαι έναν εφιάλτη στον οποίο μπουλούκια ανθρώπων τρέχουν προς το μέρος μου και… twitter.com/i/web/status/1…2 days ago
Mental State: Danny DeVito στην τελευταία σεζόν Friends. 4 days ago
περπατάω στο δρόμο και έχω βγάλει τα γυαλιά μου γιατί θολώνουν και γνωστός ή όχι όποιος με κοιτάξει κάνω αυτό που μ… twitter.com/i/web/status/1…6 days ago
το ίντερνετ μου σήμερα είναι πιο αργό κι από τον φίλο μου τον Θανασάκη που στο δημοτικό έτρωγε τις μύξες του 6 days ago
έχω στείλει μέηλ καταλήγοντας "If you require any furer information, feel free to contact me" σε Γερμανό 1 week ago